η γάτα ξυπνά και τεντώνεται. τεντώνεται αργά, νωχελικά.
μετά κάθεται σε μια γωνιά, στον ήλιο, και γλύφει το τρίχωμα της. το καθαρίζει αργά αλλά προσεχτικά.
μια άλλη γάτα περνά από μπροστά της. σταματά το καθάρισμα και την κοιτά. δεν την έχει ξαναδεί στη γειτονιά.
επιστρέφει στο καθάρισμα, αλλά βαριεστημένα τώρα.
ξαπλώνει στο ζεστό τσιμέντο και σκέφτεται που να πάει για πιπί.
ξάφνου ένας άλλος γάτος, που την έχει βάλει στο μάτι καιρό τώρα ξεπροβάλλει. άραγε θα προλάβει να του ξεφύγει πριν τη δει…