Μερικές φορές διαβάζω κάποια βιβλία που με αγγίζουν βαθιά και με κάνουν να δω τη ζωή μ’άλλο μάτι, κάτω από διαφορετικό πρίσμα. Αυτό φυσικά συμβαίνει σπάνια και γι’αυτό είναι και τόσο σημαντικό όταν συμβεί.
Μια αγαπημένη συγγραφέας που για μένα έχει το μαγικό χάρισμα και πολλές φορές τα βιβλία της είναι εθιστικά και δεν μπορώ να τ’αφήσω πριν τα τελειώσω είναι η Σώτη Τριανταφύλλου
Έχω διαβάσει σχεδόν όλα τα μυθιστορήματα της και πάντα είχε ένα μαγικό τρόπο να με ταξιδεύει και να με μαγεύει ανεπιτίδευτα.
Θυμάμαι όταν ήμουν φοιτήτρια και διάβασα το Σάββατο βράδυ στην άκρη της πόλης έκλαιγα όταν το τέλειωσα. Έκλαιγα γιατί το τέλος με μάγεψε, αλλά έκλαιγα και γιατί τέλειωσε. Είναι από τα βιβλία που δεν ήθελα με τίποτα να διαβάσω τις τελευταίες του αράδες.
Τον Υπόγειο ουρανό τον διάβασα αχόρταγα, μονορούφι σ’ένα μόνο βράδυ. Δεν άντεχα να το κλείσω πολύ απλά. Το Άλμπατρος δεν με ενθουσίασε αλλά το αγάπησα. Μερικές φορές αναρωτήθηκα αν γράφει τα κείμενα της στ’αγγλικά και μετά τα μεταφράζει γιατί το Φτωχή Μαρκό μου θύμιζε κείμενο μεταφρασμένο απ’τα αγγλικά. Αφού ξέρει πολλές γλώσσες και εκφράζεται άνετα σ’αυτές δε θα μου έκανε εντύπωση αν έχω δίκιο.
Τώρα διαβάζω το Ο ΧΡΟΝΟΣ ΠΑΛΙ το οποίο είναι υποτίθεται αυτοβιογραφικό. Αρχικά μου άρεσε. Από ένα σημείο κι έπειτα όμως είναι γεμάτο άσχετες αναλύσεις, κλάψες, και καταντά δυστυχώς μεμψίμοιρο και κουραστικό.
Κρίμα γιατί η συγκεκριμένη συγγραφέας είναι από τις αγαπημένες μου. Τι να πω; Μάλλον δεν γίνεται να γράφει κάθε φορά καλά. Άλλωστε τα τελευταία δείγματα γραφής της, όπως αυτό με το «αίμα», δεν ήταν εξίσου καλά με τα παλιότερα της βιβλία.
Σε κάποιο σημείο στην «»»αυτοβιογραφία»»» της λέει ότι δεν έχει συγκεκριμένο συγγραφικό ύφος. Αυτό πιστεύω δεν είναι αλήθεια. Έχει ύφος απλά δεν το συνειδητοποιεί. Για παράδειγμα στις ιστορίες που γράφει για την ελληνική επαρχία είναι αποστασιωπημένη και το τέλος των ιστοριών είναι τις πιο πολλές φορές τραγικό ή ανύπαρκτο. Αντίθετα στα βιβλία που γράφει για την αμερική ή την αγγλία συμμετέχει η ίδια πιο πολύ (δηλαδή ακούγεται η φωνή του συγγραφέα πιο έντονα) και το τέλος μένει ανοικτό αφού η ζωή συνεχίζεται, κι υπάρχει περισσότερη αισιοδοξία. Με άλλα λόγια ανάλογα για το που γράφει, ή ανάλογα με το ποιοι είναι οι πρωταγωνιστές της υιοθετεί ένα συγκεκριμένο ύφος που την κάνει να ξεχωρίζει – είτε της αρέσει είτε όχι.
ΥΓ.: Χθες τέλειωσα το βιβλίο και το τέλος μου άρεσε γιατί είχε μια ενδιαφέρουσα ιστορία για ένα γάλλο που τα ‘φτιαξε με μια ρωσσίδα. Άσχετα από τι πιστεύει η ίδια νομίζω ότι έχει πολύ ταλέντο στη συγγραφή και ξέρει πως να τραβά τον αναγνώστη και να κρατά το ενδιαφέρον.
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ Amelinia μου!
Έχω διαβάσει κείμενά της από δω κι’ από κει, αλλά κανένα βιβλίο της.
Ευτυχώς ή δυστυχώς δε διαλέγω να διαβάσω σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία…
Έπεσες πάνω στην περίπτωση όμως που κάποιος μου έκανε δώρο για τα Χριστούγεννα το «Χρονικό μιας Μοιχείας» της Βαμβουνάκη και το διαβάζω τώρα. Πρόκειται για 3 ξεχωριστές νουβέλες…
Και ενώ πραγματικά γράφει πολύ ωραία και αναλύει – υπέροχα κι’ απλά – σκέψεις και συναισθήματα, στις δύο από τις τρεις που έχω διαβάσει μέχρι τη στιγμή που μιλάμε, απογοητεύτηκα πολύ απ’ το τέλος! Ενώ οι ιστορίες ξεκινούν καλά και συνεχίζουν καλά, διαλέγει γι’ αυτές ένα απογοητευτικό τέλος που σε προσγειώνει ανώμαλα και δε σε αφήνει να ταξιδέψεις. Σαν να ξεκινάς να πετάς ανάμεσα στα σύννεφα και σου δίνει μία και σε ρίχνει κάτω με δύναμη!
Είναι τόσο… politically correct τα φινάλε της, που νιώθεις σαν να είσαι στο κατηχητικό! 🙂
Λιλιθ μου ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
Βαμβουνάκη έχω διαβάσει και μ’αρέσε πολύ το «η παλιές αγάπες πάνε στον παράδεισο» κι άλλα που δε θυμάμαι τώρα.
Γενικά μ’αρέσει να διαβάζω νέους έλληνες συγγραφείς ή άγγλους (και πιο σπάνια αμερικάνους) που μπορώ να τους διαβάζω στο πρωτότυπο.
Αυτό το βιβλίο πάντως που λες δεν το’χω υπόψη μου. Ίσως επειδή προτιμώ τα μυθιστορήματα αντί τα διηγήματα ή τις νουβέλες. Νομίζω ότι στο μυθιστόρημα σου δίνεται η ευκαιρία να γνωρίσεις καλύτερα τους χαρακτήρες και να «μπεις» στην ιστορία.
Εσύ τι διαβάζεις πιο συχνά, αφού δε διαβάζεις σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία;
Κι’ εμένα η προτίμησή μου είναι πάντα τα μυθιστορήματα για τους ίδιους ακριβώς λόγους που αναφέρεις κι’ εσύ. Οι νουβέλες (όπως και το βιβλίο που διαβάζω τώρα) τελειώνουν – πιστεύω – εκεί που αρχίζει η ιστορία να έχει ενδιαφέρον. 🙂
Οι παλιοί Έλληνες συγγραφείς (με κορυφαίο πιστεύω τον Καζαντζάκη) σίγουρα έχουν πολλά να μου πουν! Να φανταστείς, πριν από κανένα χρόνο, βρήκα κάπου στη βιβλιοθήκη του πατρικού μου το «Ματωμένα Χώματα» και το ξαναδιάβασα (είχα να το διαβάσω από τότε που ήμουν στο γυμνάσιο) και με έκανε ν’ ανατριχιάσω, να συγκινηθώ, να νιώσω!
Ο Καζαντζάκης ανήκει σε δική του κατηγορία! Νομίζω δεν συγκρίνεται με κανέναν!
Τώρα… τι διαβάζω αν όχι σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία;
Λατρεύω την ευρωπαϊκή λογοτεχνία. Με προτίμηση στους παλιούς συγγραφείς.
Hermann Hesse, Τσέχωφ, Ντοστογιέφσκυ, Κάφκα και πιο σύγχρονους… Patrick Süskind (Το Άρωμα) κτλ. Μικρότερη διάβαζα Κρόνιν, Pearl Bucκ και άπειρα άλλα που δεν τα θυμάμαι!
Η δημόσια βιβλιοθήκη είναι ένας παράδεισος! Δοκίμασε τη βιβλιοθήκη της πόλης σου και θα με θυμηθείς. 😉
Lilith μου δυστυχώς η δημοτική βιβλιοθήκη εδώ είναι πολύ μικρή κι ό,τι με ενδιέφερε το έχω ήδη διαβάσει. Ντοστογιέφσκυ έχω σκοπό να ξαναδιαβάσω κι εγώ γιατί τον διάβασα όταν ήμουν στο σχοολείο και σίγουρα πολλά πράγματα δεν τα κατάλαβα. Ο Κάφκα είναι από τους λατρεμένους, ειδικά τα ημερολόγια του με συγκίνησαν βαθύτατα. Τώρα θέλω να διαβάσω το ‘γράμματα στον πατέρα’ που από ότι έχω διαβάσει λένε πολλά για τον ίδιο.
ΥΓ. Αυτό το σχόλιο δεν δημοσιεύτηκε κι ήθελε προέγκριση γιατί δεν σε αναγνώρισε το γουρντπρες για κάποιο λόγο, για αυτό άλλωστε πήρες και χταποδάκι 🙂
Πάλι καλά που το βρήκα!
Φιλιά
Η περίεργη μωβ χταποδόφατσα που μόλις απέκτησα οφείλεται στο λάθος που έκανα στο mail μου.
Πλάκα έχει! Νομίζω θα την κρατήσω για τα Χριστούγεννα! 😆
Εγώ βλέπω κανονικά το άβαταρ σου. Η χταποδόφατσα βγαίνει όταν δεν είσαι στο γουρντπρες νομίζω 🙂
Ωραία δεν είναι; xixixixixixi
χρόνια πολλά κι απο μένα, αγάπη 🙂
θυμάμαι όταν είχα διαβάσει τη «Συγχώρεση», το είχα τελειώσει μέσα σε ένα απόγευμα, – είναι μικρό βιβλίο – και μετά είχα ρίξει ένα κλάμα που ακόμα το θυμάμαι. Αυτή η γυναίκα έχει μια μαγική ικανότητα να μετατρέπει τις λέξεις σε εικόνες και βγάζει και μια οδυνηρή αλήθεια πολλές φορές… επίσης αγαπώ πολύ τις μεταφράσεις που έχει κάνει στα τελευταία ποιήματα του Μπουκόφσκι. Από τις καλύτερες γυναίκες συγγραφείς στην Ελλάδα για μένα!
Συμφωνώ απόλυτα. Είναι μοναδική και έχει χάρισμα έστω κι αν δεν το πιστεύει όπως λέει στο ‘χρόνος πάλι’. Μεταφράσεις του Μπουκόφσκι δικές τις δεν έχω δει αλλά τώρα που μου το είπες θα τις ψάξω σίγουρα 🙂
ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ καλό μου σε σένα και στον Τζάρβις!
Σου έχω κάνει ένα μεγάλο σχόλιο (αυτό στο οποίο είχα γράψει κάτι λάθος στο mail).
Δεν το βλέπω εδώ…
Αν θέλεις ρίξε μια ματιά στα spam μήπως μου το έβαλε εκεί.
Βρέθηκε βρέθηκε το απολολώς πρόβατο-σχόλιο 😉
Χρειαζόταν προέγκριση.