Όταν ήμασταν μικρές εγώ κι η αδελφή μου κοιμόμασταν στο ίδιο δωμάτιο. Δεν είχαμε άλλη επιλογή αφού το σπίτι είχε δύο υπνοδωμάτια, ένα για μας ένα για τους γονείς μας. Το όνειρο μας ήταν να έχουμε η κάθε μια το χώρο της γιατί το δωμάτιο ήταν μεν μεγάλο, αλλά είχε τόσα πολλά και ογκώδη έπιπλα που δεν είχε χώρο να κινηθούμε.
Όταν πήγα εγώ σχολείο διάβαζα πάντα στο τραπέζι της κουζίνας, αλλά όταν ήρθε κι η σειρά της αδελφής μου να πάει σχολείο η μάνα μας θεώρησε καλό να μας αγοράσει ατομικά γραφεία για να κάνουμε εκεί τα μαθήματα μας. Που θα έμπαιναν τα γραφεία μας; Μα φυσικά στο ήδη παραγεμισμένο δωματιάκι μας. Με το που τα έφεραν και τα έβαλαν το δωμάτιο έγινε πλέον μια μικρή αποθήκη επίπλων και σίγουρα όχι δωμάτιο μικρών κοριτσιών.
Όπως και να’χει κάναμε υπομονή να μεγαλώσουμε για να αποκτήσουμε η καθεμιά το δικό της χώρο. Αυτό άργησε, αλλά έγινε όταν έφυγα εγώ για σπουδές και απέκτησα δικό μου δωμάτιο στη γκαρσονιέρα που νοίκιαζα και έμεινε η αδελφή μου στο δωμάτιο μας. Κάθε φορά που πήγαινα πίσω για διακοπές (Χριστουγέννων-Πάσχα-καλοκαιρι) τα παλιά προβλήματα της στενότητας χώρου ξεμυτούσαν και άρχιζαν μάχες για το πότε θα κοιμηθούμε, θα ακούσουμε μουσική, τι μουσική θα ακούσουμε κτλ. Ευτυχώς τότε δεν είχαμε ακόμα computer έτσι γλυτώσαμε τις μάχες για το πότε θα το χρησιμοποιεί η κάθε μια.
Η αδελφή μου είχε ένα τρόπο να με κάνει πάντα να αισθάνομαι σαν φιλοξενούμενη σ’αυτό το δωμάτιο. Αλλά κι εκείνη να μην έλεγε ή έκανε τίποτα, πάλι εγώ φιλοξενούμενη ένιωθα εκεί γιατί όπως είπα είχα το άλλο δωμάτιο στην γκαρσονιέρα που το αισθανόμουν πραγματικά δικό μου.
Τα χρόνια πέρασαν. Μετακομίσαμε κι οι δύο απ’ το σπίτι και τώρα το δωμάτιο που μου φαινόταν τόσο μικρό έχει αποβάλει πολλά από τα έπιπλα που το βάραιναν όταν ήμουν παιδί. Κάθε φορά λοιπόν που θα τύχει να πάω και το δω όπως είναι τώρα, με ένα μονό κρεβάτι, χωρίς τα γραφεία και τα άλλα έπιπλα συνειδητοποιώ πόσο μεγάλο ήταν στην πραγματικότητα και πόσο καλύτερα θα ήταν ίσως τα πράγματα αν δε διάλεγε η μάνα μας να βάλει όλα αυτά τα παλιά κι άχρηστα έπιπλα εκεί μέσα.
Έξω από το παράθυρο υπήρχε μια νεραντζιά που έριχνε τον ίσκιο της στο κρεβάτι μου που ήταν ακριβώς κάτω από το παράθυρο. Θυμάμαι ότι πολλές φορές ξάπλωνα στο κρεβάτι με τα πόδια ακουμπημένα στο παράθυρο και κοίταγα το πυκνό φύλλωμα του δέντρου με τις ώρες. Τι σκεφτόμουνα τότε; Τις περισσότερες φορές πως θα είναι όταν θα φύγω από κει. Ήθελα πολύ να φύγω από το πατρικό μου, γιατί ένιωθα να πνίγομαι από πολλές οικογενειακές καταστάσεις. Άλλες φορές ονειρευόμουν που θα έμενα όταν θα έφευγα, ποιους φίλους και φίλες θα είχα και τι θα κάναμε στις σπουδές όταν θα ήμασταν ελεύθεροι φοιτητές.
Πώς γίνεται πάντα και όλα φτιάχνουν και γίνονται τέλεια όταν πια δεν τα έχεις ανάγκη… 🙂
Όταν το χρειαζόσουνα το δωμάτιο ήταν γεμάτο άχρηστα έπιπλα και τώρα άδειασε, ε;
Πάντα έτσι γίνεται…
Σαν να μας κάνει κάποιος φάρσα!
Είναι απίστευτο όμως το πόσες αναμνήσεις κρατάνε αυτά τα παιδικά δωμάτια…
Κι’ εγώ ήθελα πολύ να φύγω…
Όταν όμως η σκέψη έγινε πράξη, δεν ξέρεις πόσες φορές το νοστάλγησα αυτό το δωμάτιο… πιο πολύ για την αγάπη που έκρυβε μέσα του και που τη στερήθηκα πολύ όταν έφυγα.
Καλό σου απόγευμα Amelinia μου!
Έλα ντε πως γίνεται; 🙂
Έχεις δίκιο είναι γεμάτο αναμνήσεις αλλά ποτέ δεν το νοστάλγησα. Αντιθέτως τα φοιτητικά δωμάτια μου τα νοσταλγώ ακόμα.
Καλημέρα Λιλιθάκι 😉
μου αρέσουν πολύ αυτε΄ς οι ιστορίες των παιδικών χρόνων….σκέψου πως αυτό το δωμάτιο λόγου χάρη ίσως σου διαμόρφωσε έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα!
μάλλον μου διαμόρφωσε το χαρακτήρα γιατί έμενα εκεί πολλά χρόνια και σίγουρα μου διαμόρφωσε τις επιλογές σε πολλά πράγματα που διαλέγω και σ’άλλα που αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι 😆