Λοιπόν η συνέχεια της ιστορίας «το τέλος της φιλίας» και «το τέλος της φιλίας 2» ακολουθεί. Ναι έχει και συνέχεια…
Αλλά πρώτα για να έχετε μια σφαιρική εικόνα θα πάω λίγο πίσω..
Είμαι φίλη με την Αμαλία για πολλά χρόνια. Στο λύκειο ήμασταν συμμαθήτριες αλλά όχι φίλες. Όταν όμως πήγαμε να σπουδάσουμε μαζί στο ίδιο πανεπιστήμιο, το ίδιο θέμα ήμασταν συγκάτοικοι για 3 χρόνια. Η συγκατοίκηση είναι κάπως σαν γάμος, πρέπει να ξέρεις να κάνεις συμβιβασμούς, να ανέχεσαι τον άλλο να τον πονάς, να τον αγαπάς με λίγα λόγια.
Στην αρχή είχαμε κάποια μικροπροβλήματα αλλά στην πορεία τα βρήκαμε μεταξύ μας και περνάγαμε πολύ όμορφα μαζί. Πόσα βράδυα δεν περάσαμε η μια στο δωμάτιο της άλλης, να καθόμαστε στο κρεβάτι, να παίζουμε τάβλι, να μοιραζόμαστε τις αναμνήσεις μας, τα όνειρα, τα θέλω μας. Να αναλύουμε όλα όσα μας συνέβαιναν σε καθημερινή βάση. Και η μουσική που κι οι δυο αγαπούσαμε να συντροφεύει πάντα τις βραδινές μας κουβέντες.
Με τα χρόνια μάθαμε καλά η μια την άλλη. Γίναμε φίλες αδελφικές όπως λέγαμε. Όταν έληξε το συμβόλαιο στο διαμέρισμα μετακομίσαμε και νοικιάσαμε ξεχωριστά σε δύο γκαρσονιέρες αλλά ή έμενα εγώ στο σπίτι της ή εκείνη ήταν στο δικό μου. Όλες τις ώρες μας τις περνούσαμε και πάλι μαζί.
Φίλες κοινές είχαμε πολλές και φίλες ξεχωριστές οι κάθε μια αλλά διαλέγαμε να ακολουθά η μια την άλλη στις εξόδους μας. Τόσο συχνά μας έβλεπαν μαζί οι φίλοι κι οι γνωστοί μας που δεν ήταν λίγες οι φορές που μας περνούσαν για αδελφές τα νέα άτομα στην παρέα.
Όταν τελειώσαμε το πανεπιστήμιο εγώ γύρισα στην πόλη μας αλλά εκείνη έμεινε στην Αθήνα και βρήκε δουλειά. Εγώ δεν μπορούσα όσο κι αν ήθελα να μείνω, αλλά κάθε τρεις και λίγο έβρισκα λεφτά και πήγαινα κοντά της. Τίποτα δεν είχε αλλάξει. Ίσα-ίσα η αδελφική φιλία που μας έδενε γινόταν όλο και πιο δυνατή. Χριστούγεννα περάσαμε μαζί οι δύο μας μόνο, Πρωτοχρονιά, Πάσχα, καλοκαίρι.
Μετά γύρισε κι η ίδια στην πόλη μας και κάθε μέρα κάναμε βόλτες πότε με το αυτοκίνητο και πότε με τα πόδια. Βγαίναμε έξω και σκάγαμε στα γέλια όταν όλα τα μαγαζιά που πηγαίναμε τα βράδυα ήταν επιεικώς απαράδεκτα. Θυμάμαι περνούσαμε καλύτερα στο αυτοκίνητο όταν πηγαίναμε και όταν γυρνούσαμε με μουσική στη διαπασών και κουβεντούλα, παρά όταν ήμασταν εκεί. Πόσα βράδυα δεν περάσαμε μες το αυτοκίνητο παρκαρισμένες έξω απ’το σπίτι να μιλάμε.
Όταν θα παντρευόμουν την ήθελα κοντά μου. Της ζήτησα να είναι η κουμπάρα μου και δέχτηκε με χαρά. Μετά που παντρεύτηκα η σχέση μας δεν άλλαξε, απλά προστέθηκε στην παρέα κι ο άντρας μου και πολύ συχνά βγαίναμε κι οι τρεις μαζί. Μιλάγαμε ανοιχτά μεταξύ μας, γελάγαμε με τα ίδια πράγματα. Περνούσαμε καλά. Δεν βλεπόμασταν καθημερινά όπως πριν όμως τουλάχιστον 2 φορές τη βδομάδα ήμασταν μαζί. Δεν ήθελα να αφήσω τη καλύτερη μου φίλη επειδή παντρεύτηκα.
Όλο αυτό τον καιρό η Αμαλία δεν είχε κάποια σχέση. Είχε ψηλές απαιτήσεις και δεν έκανε συμβιβασμούς στο θέμα σχέση. Τα τελευταία χρόνια είχε αρχίσει να την πιάνει απελπισία ότι δε θα γνώριζε κάποιον αλλά ήμασταν μικρές (κάτω απ’ τα 30) κι εγώ πάντα της έδινα κουράγιο γιατί δεν πίστευα ότι ήμασταν μεγάλες ή ότι αν δεν γνώριζε κάποιον ως τα 30 θα «έμενε στο ράφι». Αυτές οι αντιλήψεις είναι ξεπερασμένες πια και δεν πίστευα ότι δεν υπήρχε λόγος να βασανίζεται ακούγοντας τες.
Όπως και να’χει πέρσι τέλη Οκτωβρίου μου είπε ότι επιτέλους γνώρισε κάποιον. Δεν ήταν σίγουρη για κείνον ή για το τι ένιωθε αλλά ξεκίνησε μια σχέση μαζί του κι όπου βγάλει. Ήταν χαρούμενη κι ανανεωμένη. Χάρηκα μαζί της και περίμενα ότι σύντομα θα μου τον γνώριζε, όπως έκανα κι εγώ όταν είχα πρωτογνωρίσει τον άντρα μου.
Ο καιρός περνούσε με την Αμαλία συναντιόμασταν, μου μίλαγε για τη σχέση της, αλλά κι ο λεγάμενος δεν έκανε την εμφάνιση του. Αυτό όσο να’ναι με παραξένευε κι άρχισα να αναρωτιέμαι αν απομακρυνόταν από μένα (τότε έγραψα και το «τέλος της φιλίας»). Πώς να δικαιολογήσω το γεγονός ότι η καλύτερη μου φίλη γνώρισε κάποιον, που φαινόταν να είναι σημαντικός για κείνη και ενώ η σχέση δυνάμωνε και προχωρούσε εγώ να μην τον έχω γνωρίσει; Μια μέρα της είπα ότι με πείραξε αυτό και τότε τόλμησε να μου εκμυστηρευτεί ότι ο λόγος ήταν ότι δεν ήθελε να γνωρίσει κανένα ο ίδιος μέχρι να δει που πάει η σχέση τους.
Κτύπησαν τότε τα κόκκινα λαμπάκια για μένα αλλά σκέφτηκα ότι αξίζει να κάνω υπομονή αφού φαινόταν ερωτευμένη μαζί του κι έλεγε ότι ισχύει το ίδιο και για κείνον. Το περίεργο ήταν ότι όταν συνάντησαν μια θεία της κάπου εντελώς τυχαία κι απρογραμμάτιστα αυτός μεταξύ σοβαρού και αστείου κατηγόρησε την Αμαλία ότι είχε προγραμματίσει τη συνάντηση. Λες και είχε κάτι να κρύψει μου φαινόταν όλο αυτό, αλλά πώς να της το πω δεν ήξερα. Οι δικαιολογίες του την κάλυπταν βλέπετε και ήταν δύσκολο για μένα να πω κάτι.
Τελικά φέτος το Μάρτιο κι ενώ είχαν ήδη αρραβωνιαστεί (ένα αρραβώνα που έκαναν λέει σε πολύ στενό οικογενειακό κύκλο και στον οποίο δεν ήμουν καλεσμένη) δέχτηκε να μας γνωρίσει, εμένα και τον άντρα μου. Όπως ήταν φυσικό μετά από όλα αυτά πήγα στο ραντεβού προκατειλημμένη εναντίον αυτού του τύπου που δε μου άρεσε καθόλου η συμπεριφορά του. Όμως παρόλα αυτά όταν τον γνώρισα από κοντά δε μου έκανε άσχημη εντύπωση. Ίσως ήξερε πώς να με χειριστεί για να μην τον αντιπαθήσω…; Δεν ξέρω.
Κανονίσαμε μετά την πρώτη εκείνη συνάντηση να πάμε έξω ένα βράδυ και μετά από κανένα μήνα βγήκαμε. Ο τύπος μου φάνηκε λίγο σπαστικός (αντί να ασχολείται με οτιδήποτε άλλο έστελνε μηνύματα σε φίλους του για να μάθει το αποτέλεσμα των ποδοσφαιρικών αγώνων εκείνης της μέρας) αλλά και πάλι όχι αντιπαθητικός. Από τότε πέρασε ένα εξάμηνο κι ούτε φωνή ούτε ακρόαση – δεν τον ξαναείδα.
Με την Αμαλία δεν συναντιόμασταν πλέον συχνά γιατί όποτε μπορούσα εγώ να τη δω ήταν μαζί του. Έδειχνα κατανόηση γιατί ξέρω πως είναι μια σχέση στην αρχή της. Μιλούσαμε αραιά και που και συναντιόμασταν για κανένα καφέ ακόμα πιο αραιά. Κάποιες φορές μάλιστα ήταν ψυχρή απέναντι μου, δεν μιλούσε και πολύ πράγμα που ήταν πρωτάκουστο γιατί παλιά, ακόμα κι όταν με όλους τους άλλους ήταν συγκρατημένη και σιωπηλή με μένα πάντα έβρισκε θέματα να μιλήσουμε, να γελάσουμε. Προσπάθησα να βρω διάφορες δικαιολογίες γι’ αυτό και να το προσπεράσω.
Απ’ τις αρχές Ιούλιου δεν είχαμε βρεθεί, αλλά το θεώρησα παράξενο γιατί μεσολαβούσαν οι διακοπές. Μιλούσαμε τηλεφωνικώς καμιά φορά, ανταλλάζαμε μηνύματα. Δεν λέγαμε και πολλά, τα τυπικά, ‘πως είσαι; Καλά’ ως εκεί.
Μια μέρα δώσαμε ραντεβού στην καφετέρια ενός πολυκαταστήματος και μου είπε ότι αποφάσισαν να παντρευτούν τον Νοέμβριο. Μου φάνηκε υπερβολικά βιαστικό όλο το σκηνικό αν σκεφτείς ότι τον γνώρισε μόλις πριν λίγους μήνες και εκτός από αυτό πέρα από κάτι λίγες μέρες που πήγαν διακοπές δεν είχαν μείνει μαζί παρά κάποια βράδυα.
Το σημαντικότερο όμως ήταν ότι εκείνος έμενε και μένει σε κοντινή πόλη και θέλει η Αμαλία να μετακομίσει κοντά του. Η Αμαλία επιμένει να μετακομίσει εκείνος. Όταν την ρώτησα αν κατέληξαν στο θέμα μου είπε όχι αλλά παρόλα αυτά τα σχέδια για γάμο προχωρούσαν κανονικά. Μάλιστα είχαν κλείσει δύο εκκλησίες για το γάμο – μια στην κάθε πόλη! Αναρωτιόμουν κι εγώ πως γίνεται σε κάτι φαινομενικά απλό να μη τα καταφέρνουν να συμφωνήσουν κι όμως να οργανώνουν γάμο. Προσπάθησα να της το πω αυτό με τέτοιο τρόπο ώστε να μην θίξω εκείνον ή το γρήγορο και ξαφνικό του γάμου αφού είχαν ήδη πάρει την απόφαση τους. Εκείνη με καθησύχασε ότι θα τον έπειθε όταν πλησίαζε ο καιρός και θα μετακόμιζε εκείνος στην πόλη μας. Εγώ είχα τις αμφιβολίες μου, αλλά αφού τον τύπο δεν τον ξέρω καλά (πράγμα για το οποίο φρόντισε ο ίδιος) δεν μπορούσα να εκφράσω άποψη.
Χθες μετά από τόσο καιρό βρεθήκαμε για καφέ. Μόλις κατεβήκαμε από το αυτοκίνητο μου είπε ότι είναι έγκυος. Αμέσως της είπα ότι το είχα καταλάβει. Με ρώτησε γιατί, αν το κατάλαβα λόγω του βιαστικού γάμου και της είπα ναι. Ποιος άλλος λόγος θα μπορούσε να υπάρξει για να τρέξει να τον παντρευτεί γνωρίζοντας τον τόσο λίγο; Στην καφετέρια καθίσαμε για λίγο γιατί είχε ζαλάδες και τάση για εμετό. Στις λίγες κουβέντες που προλάβαμε να ανταλλάξουμε τη ρώτησα αν κατέληξαν για το που θα μένουν και με έκπληξη την άκουσα να μου λέει πως όχι. Παρόλα αυτά θα παντρευτούν και θα κάνουν παιδί κι ας μην συμφωνούν για το που θα μείνουν και για ένα σωρό θέματα του γάμου απ’ ότι μου είπε.
Πραγματικά αναρωτιέμαι τι στο καλό γυρεύει μαζί του. Η συμπεριφορά του είναι στη χειρότερη περίπτωση ύποπτη στην καλύτερη απλά περίεργη. Πάντως φυσιολογική δύσκολα θα την πει κανείς. Άρα την έχει τυφλώσει ο έρωτας και δεν βλέπει αυτά που στα μάτια ενός τρίτου είναι φως φανάρι. Στεναχωριέμαι αλλά δεν μπορώ να πω κάτι. Ξέρω ότι οτιδήποτε κι αν πω θα σταθεί σαν αφορμή για να απομακρυνθεί από κοντά μου. Φοβάμαι ότι ακόμα και τίποτα να μην πω αυτό θα συμβεί έτσι κι αλλιώς. Το ‘χω ξαναζήσει βλέπετε το σκηνικό.
Πριν μια δεκαετία περίπου με άλλη φίλη, την Εύα με την οποία ήμασταν κολλητές φίλες και διπλανές στο ίδιο θρανίο για 3 χρόνια στο Λύκειο. Εκείνη γνώρισε κάποιον και σε 2 μήνες απ’τη γνωριμία βρέθηκε παντρεμένη. Σε άλλους 6 μήνες βρέθηκε με παιδί στην αγκαλιά (γέννησε πρόωρα). Αποτέλεσμα ήταν να χαθεί από τις παρέες και τις φίλες της και τώρα ακούω μόνο που και που νέα της απ’τη μητέρα της.
Με όλα όσα έχουν συμβεί με την Αμαλία νιώθω ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται. Κι όσο κι αν θέλω να ‘χω άδικο δεν ξέρω πως μπορώ να το αποτρέψω..
Όμως με την Αμαλία μας συνδέουν πολύ περισσότερα από ότι μας συνέδεαν ποτέ με την Εύα. Έχουμε κοινή πορεία για σχεδόν είκοσι χρόνια.
Σας συνδέουν πολλά και φυσικά σου είναι δύσκολο να την παρατήσεις στη μοίρα της ειδικά όταν βλέπεις ξεκάθαρα ότι αυτή δεν είναι και τόσο ρόδινη.
Σε καταλαβαίνω απόλυτα, αλλά δυστυχώς δεν μπορείς να κάνεις τίποτα…
Κατά τη γνώμη μου, η φίλη σου δεν επιμένει να μένει με τον συγκεκριμένο άνθρωπο από έρωτα, αλλά επειδή πιστεύει ότι θα μείνει στο ράφι.
Τώρα βέβαια, το πράγμα έχεις προχωρήσει κι’ άλλο λόγω της εγκυμοσύνης (που φαντάζομαι ότι δεν θα είναι καθόλου τυχαία…).
Αν ανακατευτείς με οποιονδήποτε τρόπο ή αν πεις τη γνώμη σου, θα χάσεις 100%.
Όσο και αν σε πονά, το μόνο που μπορείς να κάνεις τώρα είναι να αρκεστείς σ’ αυτά τα λίγα που δίνει στη φιλία σας και αν πραγματικά την αγαπάς, να φροντίσεις να είσαι δίπλα της στο μέλλον όταν θα σε χρειαστεί, γιατί το πιο πιθανόν είναι να σε χρειαστεί.
Φιλιά Amelinia μου.
Μακάρι να’χω λάθος και να είναι ρόδινη αλλά τα σημάδια άλλα δείχνουν κι όποιος τ’αγνοεί συνήθως τρώει τα μούτρα του αργά ή γρήγορα.
Το’χω σκεφτεί κι αναρωτιόμουνα αν θα ήταν καλό να της έγραφα ένα γράμμα. Τελικά όμως κατέληξα σ’αυτό που λες κι εσύ Λιλιθ, δεν μπορώ να κάνω τίποτα.
Έχεις δίκιο ότι τον διάλεξε γιατί ένιωθε πως τα χρόνια περνούν κι όχι γιατι τον ερωτεύτηκε σφόδρα.
Η εγκυμοσύνη δεν νομίζω να είναι τυχαία και πιστεύω ότι εκείνος την επιδίωξε πιο πολύ γιατί εκείνη δεν ήθελε να κάνει κάτι πριν παντρευτεί.. Έτσι έλεγε τουλάχιστον για χρόνια και ήταν κάτι πολυ σημαντικό για κείνη αφού είναι άτομο της εκκλησίας κτλ. Προφανώς κι εδώ πέρασε το δικό του.
Θα ακολουθήσω την πολύ καλή συμβουλή σου και θα προσπαθήσω ν’αρκεστώ στα λίγα που δίνει η φιλία μας. Δεν παύει όμως το όλο σκηνικό να με πονά αφάνταστα και να με γεμίζει με μελαγχολία..
Φιλιά και σ’ευχαριστώ που έκανες τον κόπο να διαβάσεις όλο αυτό το κατεβατό που έγραψα και να μου πεις τη γνώμη σου. Να’σαι καλά! 🙂